Astiquer στα ελληνικά
Μετάφραση: astiquer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βερνίκι, λουστράρω, στιλβώνω, καθαρίζω, εκκαθαρίζω, τρίβω, χτενίζω, λάμπω, γυαλίζω, λούστρο, καθαρός, λείος, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- astigmate στα ελληνικά - αστιγματικός, αστιγματική, αστιγματικοί, αστιγματικού, αστιγματικές
- astigmatisme στα ελληνικά - αστιγματισμός, Ο αστιγματισμός, τον αστιγματισμό, του αστιγματισμού, αστιγματισμός Ο
- astral στα ελληνικά - έναστρος, αστρικός, αστρικό, αστρική, αστρικά, αστρικού
- astre στα ελληνικά - πρωταγωνιστής, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
Τυχαίες λέξεις
Astiquer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βερνίκι, λουστράρω, στιλβώνω, καθαρίζω, εκκαθαρίζω, τρίβω, χτενίζω, λάμπω, γυαλίζω, λούστρο, καθαρός, λείος, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Μεταφράσεις: βερνίκι, λουστράρω, στιλβώνω, καθαρίζω, εκκαθαρίζω, τρίβω, χτενίζω, λάμπω, γυαλίζω, λούστρο, καθαρός, λείος, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά