Athlète στα ελληνικά

Μετάφραση: athlète, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλαιστής, αθλητής, αθλητή, αθλήτρια, του αθλητή, αθλητών
Athlète στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atermoiements στα ελληνικά - αναβολή, αναβλητικότητα, την αναβλητικότητα, αναβλητικότητας, η αναβλητικότητα
  • atermoyer στα ελληνικά - αναβάλλω, κρεμώ, αναστολή, παρατείνω, αναστέλλω, χρονοτριβούν, χρονοτριβεί, ...
  • athlétique στα ελληνικά - αθλητικός, αθλητικές, αθλητικό, αθλητική, αθλητικά
  • athlétisme στα ελληνικά - αθλητικά, αθλητισμός, αθλητισμό, Στίβου, στίβος, στίβο
Τυχαίες λέξεις
Athlète στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλαιστής, αθλητής, αθλητή, αθλήτρια, του αθλητή, αθλητών