Bâiller στα ελληνικά
Μετάφραση: bâiller, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφήνω, ενοικιάζω, νοίκι, εκμίσθωση, ενοίκιο, παραδίνω, ενοικιάζομαι, δίνω, σοδειά, παραγωγή, μίσθωση, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baille στα ελληνικά - Μπάιγ
- baillent στα ελληνικά - εκμίσθωση, μίσθωση, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
- baillez στα ελληνικά - εκμίσθωση, μίσθωση, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
- bailli στα ελληνικά - δικαστικός κλητήρας, δικαστικού επιμελητή, Δικαστικός επιμελητής, Πρωτοκολλητή, Bailiff
Τυχαίες λέξεις
Bâiller στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφήνω, ενοικιάζω, νοίκι, εκμίσθωση, ενοίκιο, παραδίνω, ενοικιάζομαι, δίνω, σοδειά, παραγωγή, μίσθωση, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
Μεταφράσεις: αφήνω, ενοικιάζω, νοίκι, εκμίσθωση, ενοίκιο, παραδίνω, ενοικιάζομαι, δίνω, σοδειά, παραγωγή, μίσθωση, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος