Bêlent στα ελληνικά
Μετάφραση: bêlent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στενάζω, μουγκρητό, μουγκρίζω, βέλασμα, βελάζω
Μεταφράσεις
- bêlant στα ελληνικά - βέλασμα, κραυγή
- bêlement στα ελληνικά - βελάζω, βέλασμα
- bêler στα ελληνικά - στενάζω, βελάζω, μουγκρητό, μουγκρίζω, βέλασμα
- bêlez στα ελληνικά - μουγκρητό, μουγκρίζω, στενάζω, βέλασμα, βελάζω
Τυχαίες λέξεις
Bêlent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στενάζω, μουγκρητό, μουγκρίζω, βέλασμα, βελάζω
Μεταφράσεις: στενάζω, μουγκρητό, μουγκρίζω, βέλασμα, βελάζω