Balayé στα ελληνικά

Μετάφραση: balayé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαρώσεις, τομογραφίες, σαρώνει, σαρώσεων, ανιχνεύσεις
Balayé στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • balayant στα ελληνικά - σαρωτικός, σκούπισμα, σαρωτικές, σαρωτική, σάρωσης, εκπληκτική
  • balayent στα ελληνικά - σαρώνω, καμπύλη, σκουπίζω, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, ...
  • balayer στα ελληνικά - σκουπίζω, καμπύλη, χτυπητήρι, σαρώνω, τρίβω, χτενίζω, σκούπισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Balayé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαρώσεις, τομογραφίες, σαρώνει, σαρώσεων, ανιχνεύσεις