Barber στα ελληνικά
Μετάφραση: barber, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαντλημένος, πλήττω, κουρασμένος, κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο
Μεταφράσεις
- barbecue στα ελληνικά - ψησταριά, μπάρμπεκιου, σχάρα, για μπάρμπεκιου
- barbelé στα ελληνικά - ευερέθιστος, δύσκολος, ακανθώδης, αγκαθωτό, αγκαθωτά, οδοντωτό, ακιδωτό, ...
- barbier στα ελληνικά - κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο
- barbifier στα ελληνικά - ξυρίζομαι
Τυχαίες λέξεις
Barber στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαντλημένος, πλήττω, κουρασμένος, κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο
Μεταφράσεις: εξαντλημένος, πλήττω, κουρασμένος, κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο