Bonté στα ελληνικά
Μετάφραση: bonté, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγαθός, φιλανθρωπία, καλός, καλοσύνη, την καλοσύνη, καλοσύνης, τω Θεώ, Θεώ
Μεταφράσεις
- bonnement στα ελληνικά - ανοιχτά, απλά, απλώς, ειλικρινά, απλή, μόνο, απλά να
- bonnet στα ελληνικά - τραγιάσκα, πίλος, σκούφος, καπέλο, θήκη, καπό, του καλύμματος κινητήρα, ...
- bonus στα ελληνικά - κίνητρο, πριμ, δώρο, μπόνους, επίδομα, επιδομάτων
- bookmaker στα ελληνικά - πράκτορας στοιχημάτων, Εταιρείες Στοιχημάτων, πράκτορα στοιχημάτων, δέκτης στοιχημάτων
Τυχαίες λέξεις
Bonté στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγαθός, φιλανθρωπία, καλός, καλοσύνη, την καλοσύνη, καλοσύνης, τω Θεώ, Θεώ
Μεταφράσεις: αγαθός, φιλανθρωπία, καλός, καλοσύνη, την καλοσύνη, καλοσύνης, τω Θεώ, Θεώ