Borne στα ελληνικά

Μετάφραση: borne, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεθόριος, σύνορο, τελειώνω, τέλος, ρέλι, όριο, καρφίτσα, γόμφος, τερματικό, τερματικού, ακροδέκτη, τερματική, τερματικών
Borne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bore στα ελληνικά - βόριο, βορίου, του βορίου, το βόριο, σε βόριο
  • borgne στα ελληνικά - μονόφθαλμος, μονόφθαλμοι, μονόφθαλμο, μονόφθαλμους, ο μονόφθαλμος
  • borner στα ελληνικά - περιστέλλω, αναχαιτίζω, στενός, οριοθετώ, περιορίζω, τσιγκουνεύομαι, ελαττώνω, ...
  • bornes στα ελληνικά - όρια, φράγματα, ορίων, τα όρια, έχει όρια
Τυχαίες λέξεις
Borne στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεθόριος, σύνορο, τελειώνω, τέλος, ρέλι, όριο, καρφίτσα, γόμφος, τερματικό, τερματικού, ακροδέκτη, τερματική, τερματικών