Λέξη: επίορκος

Σχετικές λέξεις: επίορκος

επίορκος υπάλληλος τι σημαινει, επίορκος σημαίνει, επίορκος σημασία, επίορκος ερμηνεία, επίορκος ορισμός, επίορκος λεξικό, επίορκος english, επίορκος υπάλληλος της πολεοδομίας με έσοδα 1 εκατ. ευρώ, επίορκος bet, επίορκοσ υπάλληλοσ

Συνώνυμα: επίορκος

ψεύδορκος

Μεταφράσεις: επίορκος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
perjurer, Epiorkos
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
perjuro, perjura, perjurador, perjuros
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Meineidige, perjurer, meineidig, Eidbrecher, Meineidiger
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
parjure, perjurer, faux témoin, de parjure
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spergiuro, perjurer
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
perjuro, perjurer, perjurador, pessoa que jurou falso
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
meinedige, perjurer, meineedige
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
клятвопреступник, лжесвидетельство, клятвопреступником, клятвопреступниками, лжесвидетелем, лжесвидетель
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
perjurer
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
perjurer, menedare, mened
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valapatto
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Meeneder, meneder
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
křivopřísežník
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krzywoprzysięzca, perjurer
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
esküszegő, hamisan esküdő
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yalan yere yemin eden, yalancı şahit, yalan yere yemin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клятвопорушник, клятвопреступник
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fajtor për dëshmi të rremë, kryen betimin e rrejshëm
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клетвопрестъпник, лъжесвидетел
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клятвапарушальнік
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
valevanduja, vandemurdja, Valapatto
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
krivokletnik
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
perjurer
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priesaikos laužytojas, Krzywoprzysięzca, meluojantis liudytojas
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
perjurer
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
perjurer
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sperjur
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Krivokletnik
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
Krivoprísažníkov, falošný svedok
Τυχαίες λέξεις