Cimentons στα ελληνικά
Μετάφραση: cimentons, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπετό, τσιμέντο, λάσπη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cimenter στα ελληνικά - εμπεδώνω, επιβεβαιώνω, ενισχύω, εδραιώνω, καρδαμώνω, μπετό, τσιμέντο, ...
- cimentez στα ελληνικά - μπετό, λάσπη, τσιμέντο, Cement, Τσιμέντου, Τσιμεντενέσεις, Τσιμέντων
- cimenté στα ελληνικά - τσιμέντο, εδραίωσε, με τσιμέντο, εδραιώσει, παγιώσει
Τυχαίες λέξεις
Cimentons στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπετό, τσιμέντο, λάσπη
Μεταφράσεις: μπετό, τσιμέντο, λάσπη