Clé στα ελληνικά
Μετάφραση: clé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσπώ, στραμπουλίζω, ζωτικός, κλειδί, ίχνος, κρίσιμος, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cloîtrer στα ελληνικά - σκάσε, κλείσει το στόμα, κλείσει, βουλώσει, το βουλώσει
- club στα ελληνικά - παραγγελία, συντεχνία, κοινωνία, επιχρυσώνω, ρόπαλο, παραγγέλλω, ένωση, ...
- clématite στα ελληνικά - κληματιτής, Clematis, κληματίδες, κληματίδα, κληματίς
- clémence στα ελληνικά - αποχή, επιείκεια, ψυχικό, μακροθυμία, αντοχή, ανοχή, ανεκτικότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Clé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσπώ, στραμπουλίζω, ζωτικός, κλειδί, ίχνος, κρίσιμος, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
Μεταφράσεις: αποσπώ, στραμπουλίζω, ζωτικός, κλειδί, ίχνος, κρίσιμος, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές