Coeur στα ελληνικά
Μετάφραση: coeur, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυρήνας, φουσκώνω, καρδιά, τρόμπα, αντλία, καρδιάς, καρδιακή, την καρδιά, καρδιακής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- coercible στα ελληνικά - εξαναγκαστός
- coercition στα ελληνικά - εξαναγκασμός, συστολή, παρόρμηση, εξαναγκασμού, καταναγκασμού, εξαναγκασμό, καταναγκασμό
- coexistence στα ελληνικά - συνύπαρξη, συνύπαρξης, τη συνύπαρξη, της συνύπαρξης, συμβίωση
- coexistent στα ελληνικά - συνυπάρχω, συνυπάρχουν, συνυπάρχει, συνυπάρξουν, να συνυπάρχουν, συνύπαρξη
Τυχαίες λέξεις
Coeur στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυρήνας, φουσκώνω, καρδιά, τρόμπα, αντλία, καρδιάς, καρδιακή, την καρδιά, καρδιακής
Μεταφράσεις: πυρήνας, φουσκώνω, καρδιά, τρόμπα, αντλία, καρδιάς, καρδιακή, την καρδιά, καρδιακής