Λέξη: φασιστής

Συνώνυμα: φασιστής

φασίστας

Μεταφράσεις: φασιστής

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fascist
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fascista, fascistas, fascismo, fascista de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
faschist, faschistisch, Faschist, faschistischen, faschistische
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fasciste, fascistes, fascisme, fasciste de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fascista, fascisti, fascismo, fasciste
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fascista, fascistas, fascist, fascismo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fascist, fascistisch, fascistische, de fascistische, fascisme
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фашист, фашистский, фашистская, фашистской, фашистское
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fascist, fascistiske, fascistisk
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fascistiska, fascistisk, fascist
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
fasisti, fasistisen, fasistinen, fasistisia, fasististen
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fascist, fascistiske, fascistisk, den fascistiske, fascismen
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
fašista, fašistický, fašistická, fašistické, fašistickou
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
faszysta, faszystowski, faszystowskie, faszystowska, faszystą
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fasiszta, a fasiszta, fasizmus, fasisztának
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
faşist, faşist bir, faşizm
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фашист, фашистський, фашиста
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fashist, fashiste, pushteti fashist, fashiste e, fashist i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фашистки, фашист, фашистка, фашистката, фашисткия
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фашыст, фрыц
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
fašist, fašistlik, fašistliku, fašistlike, fašistlikuks
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
fašist, fašistički, fašista, fašistička, fašističke
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fasisma, fasista
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
fašistas, fašistų, fašistinė, fašistinės, fašistine, nacistiniais
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
fašistu, fašists, fašistiskā, fašistiskais, fašistiska
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фашистичките, фашистички, фашистичката, фашистичка, фашистичкиот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fascist, fasciste, fascistă, fascista
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
fašista, fašist, fašistična, fašistično, fašistični, fašističnega
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
fašista
Τυχαίες λέξεις