Concurremment στα ελληνικά

Μετάφραση: concurremment, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζί, κοινός, συνηθισμένος, συλλογικά, ταυτόχρονα, συγχρόνως, παράλληλα, ταυτοχρόνως, ταυτόχρονη
Concurremment στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antibiotique στα ελληνικά - αντιβιοτικό, αντιβιοτικού, αντιβιοτικά, αντιβιοτική, στα αντιβιοτικά
  • attirai στα ελληνικά - τράβηξε, την τράβηξε
  • bouclant στα ελληνικά - looping, βρόχου, επανάληψης, περιτύλιξη, ανακυκλωτικό
  • boudai στα ελληνικά - Boudai
Τυχαίες λέξεις
Concurremment στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζί, κοινός, συνηθισμένος, συλλογικά, ταυτόχρονα, συγχρόνως, παράλληλα, ταυτοχρόνως, ταυτόχρονη