Débloquer στα ελληνικά

Μετάφραση: débloquer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαυγής, ελευθερώνω, εναργής, έκδηλος, ξεμπλοκάρει, ξεμπλοκάρετε, απεμπλοκή, απεμπλακεί, την απεμπλοκή
Débloquer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accédé στα ελληνικά - πρόσβαση, προσπελαστεί, προσβάσιμο, προσβάσιμες, η πρόσβαση
  • apportées στα ελληνικά - που, γίνεται, γίνονται, έκανε, γίνει
  • choriste στα ελληνικά - χορωδός, ψάλτης, ψάλτη, chorister, ιεροψάλτης
  • commande στα ελληνικά - παραγγέλλω, προσταγή, παραγγελία, εξουσιοδότηση, εντολή, έλεγχος, εξουσιάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Débloquer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαυγής, ελευθερώνω, εναργής, έκδηλος, ξεμπλοκάρει, ξεμπλοκάρετε, απεμπλοκή, απεμπλακεί, την απεμπλοκή