Débouché στα ελληνικά

Μετάφραση: débouché, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγωγή, διέξοδος, θέμα, στόμιο, έξοδος, στόμα, τεύχος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, εξαγωγής
Débouché στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bassinons στα ελληνικά - ζεστός
  • bestiaux στα ελληνικά - βοοειδή, βοοειδών, τα βοοειδή, ζώων, των βοοειδών
  • chaleur στα ελληνικά - θέρμη, ζέστη, ζεσταίνω, πυρακτώνομαι, λαύρα, φεγγοβολώ, θερμαίνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Débouché στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγωγή, διέξοδος, θέμα, στόμιο, έξοδος, στόμα, τεύχος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, εξαγωγής