Déficeler στα ελληνικά
Μετάφραση: déficeler, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκουμπώνω, λύνω, αποδέσμευση, αποδέσμευση της, λύσει, αποσύνδεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agate στα ελληνικά - αχάτη, αχάτης, από αχάτη
- amenai στα ελληνικά - τον έφερε, τον έφεραν, έφερε, του έφερε, τον μετέφερε
- camoufle στα ελληνικά - φωτίζω, ξανθός, φωτερός, λυχνία, ανάβω, λάμπα, μεταμφιέσεων, ...
- chuter στα ελληνικά - ρανίδα, πτώση, κρεμάω, μειώνομαι, βουλιάζω, σταγόνα, εκπίπτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Déficeler στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκουμπώνω, λύνω, αποδέσμευση, αποδέσμευση της, λύσει, αποσύνδεση
Μεταφράσεις: ξεκουμπώνω, λύνω, αποδέσμευση, αποδέσμευση της, λύσει, αποσύνδεση