Délimitation στα ελληνικά
Μετάφραση: délimitation, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστολή, περιορισμός, οριοθέτηση, οριοθέτησης, οριοθετήσεως, καθορισμός, την οριοθέτηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accoururent στα ελληνικά - έτρεξε, έτρεξαν, επιχείρησε, επιχείρησε να, έκανε
- acidité στα ελληνικά - ξινός, οξύτητα, οξύτητας, την οξύτητα, της οξύτητας, η οξύτητα
- aromatique στα ελληνικά - αποπνέων, πικάντικος, αρωματικός, ευώδης, αρωματικό, αρωματικών, αρωματικά, ...
- chaleureux στα ελληνικά - ζεστός, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά
Τυχαίες λέξεις
Délimitation στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστολή, περιορισμός, οριοθέτηση, οριοθέτησης, οριοθετήσεως, καθορισμός, την οριοθέτηση
Μεταφράσεις: περιστολή, περιορισμός, οριοθέτηση, οριοθέτησης, οριοθετήσεως, καθορισμός, την οριοθέτηση