Déshabituer στα ελληνικά
Μετάφραση: déshabituer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσπώ, αποκόβω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amaigrissement στα ελληνικά - λιγνάδα, ισχνότητα, ίσχνευση, ισχνότης, ισχνότητα-, emaciation
- brusquerie στα ελληνικά - οξύτητα, δριμύτητα, σκαιότητα, απότομο, βιαιότης, απρόοπτο, απρόοπτης
- communiste στα ελληνικά - κομμουνιστής, κόκκινος, κομμουνιστικός, Κομμουνιστικό, Κομμουνιστικού, Κομμουνιστικής, κομμουνιστική
Τυχαίες λέξεις
Déshabituer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσπώ, αποκόβω
Μεταφράσεις: αποσπώ, αποκόβω