Donnée στα ελληνικά
Μετάφραση: donnée, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεγονός, δεδομένου, δεδομένο, δεδομένης, δεδομένη, δίνεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acquiesçai στα ελληνικά - κούνησε το κεφάλι, κούνησε, έγνεψε, έγνεψε καταφατικά, κούνησε το
- auxiliaire στα ελληνικά - επικουρία, ακόλουθος, δευτερεύων, θυγατρική, βοήθεια, υποβοηθητικός, βοήθημα, ...
- cheveu στα ελληνικά - μαλλιά, τρίχα, μαλλιών, τα μαλλιά, τρίχας
- chronographe στα ελληνικά - χρονογράφου, Χρονογράφος, Chronograph, Χρονογράφο, ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΟΣ
Τυχαίες λέξεις
Donnée στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεγονός, δεδομένου, δεδομένο, δεδομένης, δεδομένη, δίνεται
Μεταφράσεις: γεγονός, δεδομένου, δεδομένο, δεδομένης, δεδομένη, δίνεται