Ταλαιπωρώ στα αγγλικά

Μετάφραση: ταλαιπωρώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
afflict, discomfort, suffering, trouble, hardship, INCONVENIENCE
Ταλαιπωρώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταλαιπωρώ

ταλαιπωρώ αρχαια, ταλαιπωρώ κλιση, ταλαιπωρώ αρχικοι χρονοι, ταλαιπωρώ συνωνυμα, ταλαιπωρώ στα αγγλικά, ταλαιπωρώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, ταλαιπωρώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ταλέντο στα αγγλικά - aptitude, talent, talents, flair, talented, of talent
  • ταλαιπωρία στα αγγλικά - trouble, discomfort, suffering, hardship, hassle
  • ταλαντευόμενος στα αγγλικά - ambivalent, wobbly, oscillatory, pendulous, rocky, oscillating
  • ταλαντεύομαι στα αγγλικά - fluctuate, sway, totter, swing, waver, vacillate, teeter
Τυχαίες λέξεις
Ταλαιπωρώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: afflict, discomfort, suffering, trouble, hardship, INCONVENIENCE