Douillet στα ελληνικά
Μετάφραση: douillet, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωραίος, πράος, λείος, χαλαρός, λεπτός, ήπιος, μαλθακός, μαλακός, παχουλός, κουτσαίνω, ευαίσθητος, βολικός, τρυφερός, τροφαντός, φίνος, άνετος, ζεστός, άνετο, ζεστό, ζεστή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affinent στα ελληνικά - βελτιώνομαι, τελειοποίηση, βελτιώσετε, βελτιώσετε την, περιορίσετε, βελτιώσει
- assiégeons στα ελληνικά - πολιορκώ, πιέζω, πολιορκούν, πολιορκήσει, πολιορκήσουν, πολιορκήσει την
- balayés στα ελληνικά - σάρωσε, σαρώνεται, σάρωσης, σαρώνονται, σάρωσης κυλίνδρου
- bouchez στα ελληνικά - εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζει, παρακωλύουν, εμποδίσουν
Τυχαίες λέξεις
Douillet στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωραίος, πράος, λείος, χαλαρός, λεπτός, ήπιος, μαλθακός, μαλακός, παχουλός, κουτσαίνω, ευαίσθητος, βολικός, τρυφερός, τροφαντός, φίνος, άνετος, ζεστός, άνετο, ζεστό, ζεστή
Μεταφράσεις: ωραίος, πράος, λείος, χαλαρός, λεπτός, ήπιος, μαλθακός, μαλακός, παχουλός, κουτσαίνω, ευαίσθητος, βολικός, τρυφερός, τροφαντός, φίνος, άνετος, ζεστός, άνετο, ζεστό, ζεστή