Λέξη: οποιοδήποτε

Σχετικές λέξεις: οποιοδήποτε

greekddl οποιοδήποτε, οποιοδήποτε ή οποιοδήποτε

Συνώνυμα: οποιοδήποτε

οποιοσδήποτε εκ των δύο

Μεταφράσεις: οποιοδήποτε

οποιοδήποτε στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
whichever, any, any of, of any

οποιοδήποτε στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cualquiera, cualquier, lo, lo que, cualquiera que

οποιοδήποτε στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
welche, welche auch immer, welcher Zeitpunkt, je nachdem welcher

οποιοδήποτε στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
quiconque, quelconque, quel, selon, selon le, quel que soit, importe quel

οποιοδήποτε στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
qualsiasi, chiunque, qualunque, a seconda, seconda di quale, a seconda di quale

οποιοδήποτε στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
seja qual for, qualquer, o que, consoante, conforme

οποιοδήποτε στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
welke, indien, welk, afhankelijk van welke, indien dit

οποιοδήποτε στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
любой, какой, зависимости от того, в зависимости от того, зависимости

οποιοδήποτε στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avhengig av hva som, avhengig av hva, hvilken, uansett hvilken, det som

οποιοδήποτε στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
beroende på vilket, beroende på vilket som, beroende, vilket som, beroende på vilken

οποιοδήποτε στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kumpi, sen mukaan kumpi, kumpi näistä, mukaan kumpi

οποιοδήποτε στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
alt efter hvilken, alt efter hvad, alt efter, alt efter hvad der, uanset hvilken

οποιοδήποτε στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kterýkoliv, kdokoli, jakýkoliv, který, ten

οποιοδήποτε στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
którykolwiek, dowolny, jakikolwiek, zależności od tego, w zależności od tego

οποιοδήποτε στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bármelyik, amelyik, közül, melyik, kettő közül

οποιοδήποτε στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hangisi, hangi, hangisi daha, olanı

οποιοδήποτε στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
якійсь, який-такий, поки-що, якоїсь, яку-небудь, який, якою, якій, якої, якийсь

οποιοδήποτε στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kushdo, cilido që, cilado, cilado që, cilido, çfarëdo

οποιοδήποτε στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
който, което, което от двете, двете, зависимост от това кое

οποιοδήποτε στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
якой, які, нейкі, нейкай, какой

οποιοδήποτε στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ükskõik kumb, kumb, kumb kuupäev, olenevalt

οποιοδήποτε στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
koji god, god, ovisno o tome, što god, ovisno što

οποιοδήποτε στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hvort, hvort sem, hvort heldur, því hvort, eftir því hvort

οποιοδήποτε στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kuris, kuri, pasirenkant, priklausomai nuo to, priklausomai

οποιοδήποτε στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kurš, lai kurš, atkarībā no tā, atkarībā no, izvēloties

οποιοδήποτε στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
во зависност од, без разлика, без разлика кој, во зависност, кој и

οποιοδήποτε στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
oricare, oricare dintre acestea, oricare dintre, indiferent, în funcție

οποιοδήποτε στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kar, koli, karkoli, kar koli, odvisno

οποιοδήποτε στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
akýkoľvek, každý, akékoľvek, ktorýkoľvek, akéhokoľvek
Τυχαίες λέξεις