Empoisonnement στα ελληνικά
Μετάφραση: empoisonnement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ajustée στα ελληνικά - προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένη, αναπροσαρμοσμένη, προσαρμοσμένης, προσαρμοσμένου
- alloués στα ελληνικά - κατανεμηθεί, διατεθεί, διατίθενται, κατανέμονται, κατανέμεται
- avalisées στα ελληνικά - εγκρίθηκε, ενέκρινε, που εγκρίθηκε, εγκριθεί, υιοθέτησε
Τυχαίες λέξεις
Empoisonnement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από
Μεταφράσεις: δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από