Encaisseur στα ελληνικά
Μετάφραση: encaisseur, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραλήπτης, εκκαθαριστής, συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
Μεταφράσεις
- affermies στα ελληνικά - firmed, επιβεβαιώθηκε, βεβαίωσε, επιβεβαίωσε, επιβεβαιώνεται
- amenuisées στα ελληνικά - συρρικνωθεί, φθίνει, συρρικνώθηκε, ελαττωθεί, ελαττώθηκε
- armements στα ελληνικά - όπλα, οπλισμό, οπλισμού, οπλισμός, οπλικά
- choisissant στα ελληνικά - επιλογή, επιλέγοντας, την επιλογή, επιλέγουν, η επιλογή
Τυχαίες λέξεις
Encaisseur στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραλήπτης, εκκαθαριστής, συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
Μεταφράσεις: παραλήπτης, εκκαθαριστής, συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών