Endossement στα ελληνικά

Μετάφραση: endossement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδοκιμασία, οπισθογράφηση, έγκριση, θεώρηση, ένδειξη, επικύρωση
Endossement στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atteignirent στα ελληνικά - φθάσει, επιτευχθεί, έφτασε, έφθασε, φτάσει
  • caverneux στα ελληνικά - βαθουλωμένος, κούφιος, υπόκωφος, κοίλος, σπηλαιώδης, σηραγγώδους, σπηλαιώδη, ...
Τυχαίες λέξεις
Endossement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδοκιμασία, οπισθογράφηση, έγκριση, θεώρηση, ένδειξη, επικύρωση