Envoler στα ελληνικά
Μετάφραση: envoler, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκίνημα, ξεκινώ, τρέξιμο, αρχή, αρχίζω, φέρουν, που φέρουν, πετούν, που πετούν, εταιρείες που πετούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accapare στα ελληνικά - μονοπωλεί, μονοπώλιο, μονοπωλείται, κατέχει μονοπώλιο, κατέχει μονοπώλιο σε
- bâtir στα ελληνικά - κανονίζω, τακτοποιώ, ανεγείρω, κορμοστασιά, φτιάχνω, χτίζω, αναστηλώνω, ...
- chasse στα ελληνικά - οπαδοί, ακολουθία, παρακολούθηση, κυνηγώ, επίτευγμα, πυροβολισμός, κυνήγι, ...
Τυχαίες λέξεις
Envoler στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκίνημα, ξεκινώ, τρέξιμο, αρχή, αρχίζω, φέρουν, που φέρουν, πετούν, που πετούν, εταιρείες που πετούν
Μεταφράσεις: ξεκίνημα, ξεκινώ, τρέξιμο, αρχή, αρχίζω, φέρουν, που φέρουν, πετούν, που πετούν, εταιρείες που πετούν