Escalade στα ελληνικά
Μετάφραση: escalade, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεβαίνω, κλιμάκωση, σκαρφαλώνω, ορειβασία, αναρρίχηση, αναρρίχηση σε βράχο, αναρρίχηση βράχου, αναρρίχησης βράχου, αναρρίχησης
Μεταφράσεις
- aseptisé στα ελληνικά - στείρος, άγονος, εξυγιανθεί, απολυμαίνονται, να απολυμαίνονται, εξυγιαίνεται, σε εξυγίανση
- cognée στα ελληνικά - τσεκούρι, πέλεκας, πελέκι, μπαλτάς, πέλεκυς, τάπητας, το τσεκούρι
- compatie στα ελληνικά - συμπαθώ, συμπάθεια, κατανοώ, συμπαθήσει, με συμπάθεια
Τυχαίες λέξεις
Escalade στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, κλιμάκωση, σκαρφαλώνω, ορειβασία, αναρρίχηση, αναρρίχηση σε βράχο, αναρρίχηση βράχου, αναρρίχησης βράχου, αναρρίχησης
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, κλιμάκωση, σκαρφαλώνω, ορειβασία, αναρρίχηση, αναρρίχηση σε βράχο, αναρρίχηση βράχου, αναρρίχησης βράχου, αναρρίχησης