Gris στα ελληνικά

Μετάφραση: gris, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρετός, μουντός, συννεφιασμένος, σκυθρωπός, μουχρός, απαισιόδοξος, καταθλιπτικός, φαιός, γκρίζος, σκληρός, μελαγχολικός, αυστηρός, ζοφερός, ανελέητος, πληκτικός, γκρί, γκρι, γκρίζα, γκρίζο
Gris στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abattre στα ελληνικά - έπεσα, σκοτώνω, χασάπης, επίπεδο, καταστρέφω, ήττα, κρεοπώλης, ...
  • assomme στα ελληνικά - χτυπήματα, κτυπήματα, τα χτυπήματα, κρούσεις, χτυπημάτων
  • carabine στα ελληνικά - τουφέκι, όπλο, καραμπίνα, πιστόλι, carbine, τύπου καραμπίνας, τυφέκιο, ...
  • comtesse στα ελληνικά - κόμισσα, κοντέσα, Countess, κόμισσας, κοντέσας
Τυχαίες λέξεις
Gris στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρετός, μουντός, συννεφιασμένος, σκυθρωπός, μουχρός, απαισιόδοξος, καταθλιπτικός, φαιός, γκρίζος, σκληρός, μελαγχολικός, αυστηρός, ζοφερός, ανελέητος, πληκτικός, γκρί, γκρι, γκρίζα, γκρίζο