Impartir στα ελληνικά
Μετάφραση: impartir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληροφορώ, φανέλα, μεταβιβάζω, δανείζω, φανελάκι, αναθέτουν, εξωτερική ανάθεση, αναθέσει, αναθέσουν, εξωτερικής ανάθεσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admet στα ελληνικά - παραδέχεται, δέχεται, αναγνωρίζει, παραδέχεται ότι, ομολογεί
- adverse στα ελληνικά - αντίθετος, θυρίδα, αντίπαλος, δυσμενής, δυσμενείς, ανεπιθύμητες, αρνητικές, ...
- combinée στα ελληνικά - σε συνδυασμό, συνδυασμένη, συνδυασμένες, συνδυασμένα, συνδυάζονται
Τυχαίες λέξεις
Impartir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληροφορώ, φανέλα, μεταβιβάζω, δανείζω, φανελάκι, αναθέτουν, εξωτερική ανάθεση, αναθέσει, αναθέσουν, εξωτερικής ανάθεσης
Μεταφράσεις: πληροφορώ, φανέλα, μεταβιβάζω, δανείζω, φανελάκι, αναθέτουν, εξωτερική ανάθεση, αναθέσει, αναθέσουν, εξωτερικής ανάθεσης