Imperméabiliser στα ελληνικά
Μετάφραση: imperméabiliser, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόδειξη, πειστήριο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accessoire στα ελληνικά - επικουρικός, ασήμαντος, υποβοηθητικός, συν, πριμ, τυχαίος, θυγατρική, ...
- aspirer στα ελληνικά - θηλάζω, έλκω, παγανίζω, τραβώ, αναρροφώ, αποβλέπω, σκοπεύω, ...
- bricolent στα ελληνικά - μαστόρεμα, χαλκωματάς, τενεκετζής, γανωματής, μπαλώνω
- cancer στα ελληνικά - καρκίνος, καρκίνο, του καρκίνου, καρκίνο του, καρκίνου του
Τυχαίες λέξεις
Imperméabiliser στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόδειξη, πειστήριο
Μεταφράσεις: απόδειξη, πειστήριο