Inventer στα ελληνικά
Μετάφραση: inventer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφευρίσκω, δημιουργώ, κατασκευάζω, επινοώ, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν
Μεταφράσεις
- approximatif στα ελληνικά - σκληρός, τραχύς, περίπου, πρόχειρος, κατά προσέγγιση, προσέγγιση, προσεγγιστική
- califat στα ελληνικά - χαλιφάτο, χαλιφάτου, χαλιφάτο της, χαλιφάτο του, χαλιφάτο σε
- campons στα ελληνικά - στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
- caressant στα ελληνικά - χαϊδευτικός, χαϊδεύει, χάδια, χαϊδεύει το, τα χάδια
Τυχαίες λέξεις
Inventer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφευρίσκω, δημιουργώ, κατασκευάζω, επινοώ, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν
Μεταφράσεις: εφευρίσκω, δημιουργώ, κατασκευάζω, επινοώ, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν