Méfiant στα ελληνικά
Μετάφραση: méfiant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζηλιάρης, απίστευτος, διστακτικός, άτολμος, καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
Μεταφράσεις
- bénie στα ελληνικά - ευλογημένος, ευλογημένο, ευλογημένη, ευλογημένοι, ευλογημένα
- cafards στα ελληνικά - κατσαρίδα, κατσαρίδες, Οι κατσαρίδες, κατσαρίδων, κατσαριδών, τις κατσαρίδες
- cernent στα ελληνικά - surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, περιβάλλοντος ήχου
- chahuter στα ελληνικά - ενοχλώ, διακόπτω ρήτορα, παρενοχλώ
Τυχαίες λέξεις
Méfiant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζηλιάρης, απίστευτος, διστακτικός, άτολμος, καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
Μεταφράσεις: ζηλιάρης, απίστευτος, διστακτικός, άτολμος, καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη