Mûr στα ελληνικά
Μετάφραση: mûr, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικρίζω, τοίχος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, κύρος, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aggravés στα ελληνικά - επιδεινώθηκε, επιδεινώνεται, επιδείνωσε, επιδεινώνονται, επιδεινωθεί
- amertume στα ελληνικά - πικράδα, δριμύς, πικρός, πικρία, δριμύτητα, πίκρα, πικρίας, ...
- besoins στα ελληνικά - ανάγκες, αναγκών, τις ανάγκες, των αναγκών, ανάγκες των
- cimentant στα ελληνικά - εκτρέπουν, επιβεβαιώνοντας, παγίωση, τσιμέντο, τσιμέντωση
Τυχαίες λέξεις
Mûr στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικρίζω, τοίχος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, κύρος, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος
Μεταφράσεις: αντικρίζω, τοίχος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, κύρος, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος