Mariai στα ελληνικά

Μετάφραση: mariai, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παντρεμένη, παντρεμένος, Marian, Ο Marian, τον Marian, του Marian
Mariai στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abâtardies στα ελληνικά - bastardized, νόθου
  • alourdissent στα ελληνικά - φορτώνω, φορτίο, ζαλίκι, βάρος, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ...
  • centrale στα ελληνικά - διαφωνία, ανταλλάσσω, συνάλλαγμα, λογομαχία, μονάδα παραγωγής ενέργειας, σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σταθμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Mariai στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παντρεμένη, παντρεμένος, Marian, Ο Marian, τον Marian, του Marian