Moderniser στα ελληνικά

Μετάφραση: moderniser, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβάθμιση, αναβαθμίζω, εκσυγχρονισμό, τον εκσυγχρονισμό, εκσυγχρονίσει, εκσυγχρονισμό των, εκσυγχρονίσουν
Moderniser στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ancêtre στα ελληνικά - ρίζα, πρόγονος, προηγούμενος, πρόγονο, προγόνου, πρόγονός, προγόνων
  • appareil στα ελληνικά - επίπλωση, άνεση, εγκατάσταση, ίδρυση, πρόσφορος, συσκευή, τέχνασμα, ...
  • cervical στα ελληνικά - του τραχήλου της μήτρας, τραχήλου της μήτρας, τραχήλου, του τραχήλου, αυχενική
  • chèvre στα ελληνικά - γίδα, κατσίκα, αίγα, κατσίκας, κατσικίσιο
Τυχαίες λέξεις
Moderniser στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβάθμιση, αναβαθμίζω, εκσυγχρονισμό, τον εκσυγχρονισμό, εκσυγχρονίσει, εκσυγχρονισμό των, εκσυγχρονίσουν