Momentané στα ελληνικά
Μετάφραση: momentané, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσκαιρος, στιγμή, πράγματι, κοσμικός, φυγάς, χρονικός, προσωρινός, εγκόσμιος, πραγματικά, στιγμιαίος, φυγόδικος, στιγμιαία, στιγμιαίας, στιγμιαίες, στιγμιαίο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agglomération στα ελληνικά - σύναξη, συστοιχία, συναρμολόγηση, συσσώρευση, συρροή, σύμπλεγμα, συσσωμάτωση, ...
- agglutina στα ελληνικά - αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα
- bouleversant στα ελληνικά - ανατρέποντας, ανατροπή, διαταραχθεί, αναστατώσει, αναστάτωση
- bouliers στα ελληνικά - άβακας, αριθμητήριο, άβακα, κιονόκρανο, abacus
Τυχαίες λέξεις
Momentané στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσκαιρος, στιγμή, πράγματι, κοσμικός, φυγάς, χρονικός, προσωρινός, εγκόσμιος, πραγματικά, στιγμιαίος, φυγόδικος, στιγμιαία, στιγμιαίας, στιγμιαίες, στιγμιαίο
Μεταφράσεις: πρόσκαιρος, στιγμή, πράγματι, κοσμικός, φυγάς, χρονικός, προσωρινός, εγκόσμιος, πραγματικά, στιγμιαίος, φυγόδικος, στιγμιαία, στιγμιαίας, στιγμιαίες, στιγμιαίο