Πραγματικά στα γαλλικά
Μετάφραση: πραγματικά, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
momentané, réellement, voire, vraiment, même, très, véritablement, bien
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πραγματικά
πραγματικά ελαττώματα ακινήτου, πραγματικά συνώνυμα, πραγματικά ελαττώματα μισθίου, πραγματικά άτυχη στιγμή. δείτε πως έγινε το μοιραίο τροχαίο, πραγματικά δεν θέλετε να δείτε το προσωπό της pics, πραγματικά λεξικό γλώσσας γαλλικά, πραγματικά στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- πραγματάκι στα γαλλικά - rigoler, distraire, badiner, divertir, plaisanter, diplomate, railler, ...
- πραγματεία στα γαλλικά - mémoire, traité, dissertation, traité de, ouvrage
- πραγματικός στα γαλλικά - très, naturel, factuelle, positif, factuel, efficace, objectif, ...
- πραγματογνωμοσύνη στα γαλλικά - compétence, expertise, maîtrise, habileté, adresse, expérience, l'expertise, ...
Τυχαίες λέξεις
Πραγματικά στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: momentané, réellement, voire, vraiment, même, très, véritablement, bien
Μεταφράσεις: momentané, réellement, voire, vraiment, même, très, véritablement, bien