Λέξη: μπικουτί
Σχετικές λέξεις: μπικουτί
μπικουτί φιλαδέλφεια, μπικουτί νέα φιλαδέλφεια
Συνώνυμα: μπικουτί
βοστρυχωτής
Μεταφράσεις: μπικουτί
μπικουτί στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
roller, curler, curlers
μπικουτί στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rodillo, cilindro, rulo, bigudí, rizador, bigudí de, rizador de
μπικουτί στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
laufrolle, walze, rolle, Lockenwickler, Curler, Wicklers, Lockenwicklers, Lockenstab
μπικουτί στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
roulettes, vague, rouleau, cylindre, bigoudi, curler, curleur, recourbe, curling
μπικουτί στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cilindro, rullo, bigodino, curler, bigodino di, arricciacapelli, bigodino del
μπικουτί στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rolo, arregaçar, cilindro, frisador, encrespador, curler, encrespador da, modelador
μπικουτί στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
cilinder, rol, krulijzer, krultang, krulspeld, krul tang, curler
μπικουτί στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бегунок, ролик, вал, рольганг, газонокосилка, бигуди, валик, прокатчик, вальцовщик, волна, бурун, сизоворонка, роульс, каток, Curler, керлер, завивки, для завивки
μπικουτί στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
valse, curler, papiljott, krølltang, vippe papiljott, krølltangen
μπικουτί στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vals, vält, papiljott, locktång, curler, curlingspelare, locktången
μπικουτί στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyökyaalto, kaulin, rulla, tukki, jyrä, tela, kiharrin, curler, taivutin, taivutukseen, kihartimen
μπικουτί στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
rulle, tromle, valse, curler, krøllejern, krøllejernet, curlingspiller, krøllejernet selv
μπικουτί στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
válec, váleček, natáčka, kulma, curler, kulmy
μπικουτί στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
roleta, walec, walcownik, wałek, fala, lokówki, curler, curlerka, Lokówka
μπικουτί στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyújtó-munkás, parthullám, úthenger, kanárifajta, kalander, forgócsap, mángorló, görkorcsolya, kötelék, henger, szalakóta, mángorlófa, hajcsavaró, hengerész, kékcsóka, sütővas, hajsütővas, curler
μπικουτί στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
silindir, bigudi, curler
μπικουτί στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хвиля, бурун, валик, вал, бігунок, газонокосарка, бігуді, бигуди, бігудях
μπικουτί στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
farmacist, bigudi, Smoother, Curler
μπικουτί στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
извиване, ролка, за извиване, извиване на
μπικουτί στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бігудзі
μπικουτί στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lokirull, curler, koolutaja
μπικουτί στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
cilindar, val, valjak, vikler, papilotna, papilota, uvijač, vikleri
μπικουτί στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Curler
μπικουτί στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
cylindrus
μπικουτί στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
velenas, volas, Tą, užrieskite, curler, kerlingo žaidėjas, Ketera bangos
μπικουτί στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
curler
μπικουτί στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
curler
μπικουτί στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tăvălug, bigudiu, ondulator, curler, bigudiu de, ondulator de
μπικουτί στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vál, Vikler, curler
μπικουτί στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
natáčky, natáčka