Monopoliser στα ελληνικά

Μετάφραση: monopoliser, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στριμώχνω, γωνία, μονοπωλώ, μονοπωλήσει, μονοπωλούν, μονοπωλήσουν, να μονοπωλήσει
Monopoliser στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • admire στα ελληνικά - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
  • assises στα ελληνικά - ορκωτό δικαστήριο, Ασσίζες, κακουργιοδικείο, Ασσιζών, Ασσίζη
  • bouleversai στα ελληνικά - αναστατώνω, ταραγμένος
  • certifiée στα ελληνικά - πιστοποιημένο, πιστοποιημένα, πιστοποιημένη, πιστοποιείται, πιστοποιηθεί
Τυχαίες λέξεις
Monopoliser στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στριμώχνω, γωνία, μονοπωλώ, μονοπωλήσει, μονοπωλούν, μονοπωλήσουν, να μονοπωλήσει