Os στα ελληνικά

Μετάφραση: os, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών
Os στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accoucha στα ελληνικά - γέννησε, γέννησαν, γεννήθηκε, γέννησα
  • affermi στα ελληνικά - ενισχυθεί, ενισχύθηκε, ενισχυθούν, ενισχύεται, ενισχυμένη
  • allitération στα ελληνικά - παρήχηση, παιχνίδια παρήχησης, παρήχησης, παιχνίδια παρήχησης με, παιχνίδια παρήχησης με το
  • bloquées στα ελληνικά - μπλοκαριστεί, αποκλεισμένη, αποκλειστεί, μπλοκάρει, αποκλεισμένος
Τυχαίες λέξεις
Os στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών