Périodiquement στα ελληνικά
Μετάφραση: périodiquement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιοδικά, περιοδικώς, περιοδική, τακτά χρονικά διαστήματα, κατά περιόδους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aménage στα ελληνικά - τοπίο, τοπίου, του τοπίου, το τοπίο, τοπίων
- archiépiscopat στα ελληνικά - αρχιεπίσκοπη, Αρχιεπισκοπή, Αρχιεπισκοπής, Ιεράς Αρχιεπισκοπής, η αρχιεπισκοπή
- bastonnade στα ελληνικά - ράβδισμα, Το ράβδισμα, Caning, ραβδίσματος, ραβδισμού
- cauchemar στα ελληνικά - εφιάλτης, εφιάλτη, τον εφιάλτη, εφιαλτικό, ο εφιάλτης
Τυχαίες λέξεις
Périodiquement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιοδικά, περιοδικώς, περιοδική, τακτά χρονικά διαστήματα, κατά περιόδους
Μεταφράσεις: περιοδικά, περιοδικώς, περιοδική, τακτά χρονικά διαστήματα, κατά περιόδους