Partialité στα ελληνικά
Μετάφραση: partialité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδικία, προκατάληψη, μεροληψία, μεροληψίας, τη μεροληψία, μονομέρεια, μεροληπτικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agrégation στα ελληνικά - ρεσεψιόν, σύναξη, λήψη, υποδοχή, ομολογία, συσσώρευση, υιοθεσία, ...
- attrapées στα ελληνικά - αλιεύονται, που αλιεύονται, αλιευθεί, αλιεύεται, έχουν αλιευθεί
- baliser στα ελληνικά - σημαδούρα, σημάδι, σήμα, σήματος, σήμανση, το σήμα
- compétitivité στα ελληνικά - καταπολεμώ, μάχη, μάχομαι, ανταγωνιστικότητα, ανταγωνιστικότητας, της ανταγωνιστικότητας, την ανταγωνιστικότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Partialité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδικία, προκατάληψη, μεροληψία, μεροληψίας, τη μεροληψία, μονομέρεια, μεροληπτικότητα
Μεταφράσεις: αδικία, προκατάληψη, μεροληψία, μεροληψίας, τη μεροληψία, μονομέρεια, μεροληπτικότητα