Personnifier στα ελληνικά

Μετάφραση: personnifier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενσωματώνω, εκφράζω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, παριστάνω, προσωποποιώ, προσωποποιούν, προσωποποιούν τα, προσωποποιήσει, προσωποποιούν την
Personnifier στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrégée στα ελληνικά - σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
  • antériorité στα ελληνικά - προτεραιότητα, προτίμηση, προτεραιότης
  • bourrage στα ελληνικά - μαρμελάδα, εμπλοκή, μαρμελάδας, εμπλοκής, μαρμελάδες
  • cimeterre στα ελληνικά - νεκροταφείο, γιαταγάνι, scimitar, γιαταγάνια, χαντζάρι
Τυχαίες λέξεις
Personnifier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενσωματώνω, εκφράζω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, παριστάνω, προσωποποιώ, προσωποποιούν, προσωποποιούν τα, προσωποποιήσει, προσωποποιούν την