Pestilentiel στα ελληνικά

Μετάφραση: pestilentiel, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολλητικός, μεταδοτικός, μιασματικός, λοιμώδης, λοιμώδη
Pestilentiel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • admet στα ελληνικά - παραδέχεται, δέχεται, αναγνωρίζει, παραδέχεται ότι, ομολογεί
  • buvant στα ελληνικά - πόσιμο, πόσιμου, το πόσιμο, του πόσιμου, πίνοντας
  • centripète στα ελληνικά - κεντρομόλος, κεντρομόλο, κεντρομόλου, κεντρομόλες, κεντρομόλα
  • clapet στα ελληνικά - βαλβίδα, βαλβίδας, της βαλβίδας, βαλβίδος, βαλβίδων
Τυχαίες λέξεις
Pestilentiel στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολλητικός, μεταδοτικός, μιασματικός, λοιμώδης, λοιμώδη