Pinçon στα ελληνικά
Μετάφραση: pinçon, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλέβω, βουτώ, τσιμπώ, τσίμπημα, διάκενο, συλλήψεως, λαβίδος, επικαμπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- administre στα ελληνικά - διαχειρίζεται, φορέας ως
- allumai στα ελληνικά - Lit, ιταλικών λιρών, ιταλικές λίρες, λίρες Ιταλίας
- chassèrent στα ελληνικά - κυνήγησαν, κυνηγημένος, κυνήγησε, κυνηγούσε, κυνηγημένοι
- comptai στα ελληνικά - καταμέτρηση, μετρήθηκαν, υπολογίζονται, υπολογίζεται, συνυπολογίζονται
Τυχαίες λέξεις
Pinçon στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλέβω, βουτώ, τσιμπώ, τσίμπημα, διάκενο, συλλήψεως, λαβίδος, επικαμπή
Μεταφράσεις: κλέβω, βουτώ, τσιμπώ, τσίμπημα, διάκενο, συλλήψεως, λαβίδος, επικαμπή