Potelé στα ελληνικά

Μετάφραση: potelé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφαντός, παχουλός, στρουμπουλό, chubby, παχουλό, στρουμπουλός
Potelé στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accordage στα ελληνικά - κούρδισμα, συντονισμού, ρύθμιση, συντονισμός, συντονισμό
  • amoindries στα ελληνικά - μειώνεται, μειώθηκε, μειωμένη, μειωθεί, μειώθηκαν
  • ballonner στα ελληνικά - εξογκώνω, φουσκώνω
Τυχαίες λέξεις
Potelé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφαντός, παχουλός, στρουμπουλό, chubby, παχουλό, στρουμπουλός