Prêtre στα ελληνικά

Μετάφραση: prêtre, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπουργός, ιερέας, θεϊκός, πανοσιολογιότατος, εφημέριος, θεσπέσιος, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά
Prêtre στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • braquer στα ελληνικά - σκοπεύω, εντάσσω, προσαρμόζω, καθοδηγώ, ρυθμίζω, δείχνω, αποβλέπω, ...
  • cadre στα ελληνικά - σώμα, εμβέλεια, γύρω, περίχωρα, περιβάλλον, περιτύλιγμα, φάσμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Prêtre στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπουργός, ιερέας, θεϊκός, πανοσιολογιότατος, εφημέριος, θεσπέσιος, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά