Prescription στα ελληνικά
Μετάφραση: prescription, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνταγή, ρύθμιση, περιορισμός, μέριμνα, τύπος, καταστατικό, νόμος, λήψη, προμήθεια, υπαγορεύω, απόδειξη, νομοθεσία, παραγραφή, περιστολή, ένταλμα, κανονισμός, ιατρική συνταγή, συνταγής, συνταγογραφούμενα, συνταγών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amoindrir στα ελληνικά - μικραίνω, ελαττώνω, μαλακώνω, κόβω, μειώνω, αποδυναμώνομαι, κουρεύω, ...
- associons στα ελληνικά - συσχετίζω, συνέταιρος, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
- circumspective στα ελληνικά - προσοχή
Τυχαίες λέξεις
Prescription στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνταγή, ρύθμιση, περιορισμός, μέριμνα, τύπος, καταστατικό, νόμος, λήψη, προμήθεια, υπαγορεύω, απόδειξη, νομοθεσία, παραγραφή, περιστολή, ένταλμα, κανονισμός, ιατρική συνταγή, συνταγής, συνταγογραφούμενα, συνταγών
Μεταφράσεις: συνταγή, ρύθμιση, περιορισμός, μέριμνα, τύπος, καταστατικό, νόμος, λήψη, προμήθεια, υπαγορεύω, απόδειξη, νομοθεσία, παραγραφή, περιστολή, ένταλμα, κανονισμός, ιατρική συνταγή, συνταγής, συνταγογραφούμενα, συνταγών