Prison στα ελληνικά

Μετάφραση: prison, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωφρονιστήριο, φυλακή, κράτηση, φύλαξη, φυλάκιση, παρακράτηση, κηδεμονία, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
Prison στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • achevées στα ελληνικά - ολοκληρώθηκε, ολοκληρωθεί, ολοκληρώσει, ολοκλήρωσε, ολοκληρώνεται
  • adoucissent στα ελληνικά - μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
  • affaibli στα ελληνικά - αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
  • cognassier στα ελληνικά - κυδώνι, κυδωνιά, Quince, από Κυδώνι, από Κυδώνι και
Τυχαίες λέξεις
Prison στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωφρονιστήριο, φυλακή, κράτηση, φύλαξη, φυλάκιση, παρακράτηση, κηδεμονία, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής